Μπορεί να αποτελείται κυρίως από νερό (η περιεκτικότητά του υπερβαίνει το 92%), αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι γεμάτο θρεπτικά συστατικά. Αντιθέτως, ολοένα περισσότερες μελέτες δείχνουν ότι το καρπούζι έχει πολλά να προσφέρει στην υγεία. Το καρπούζι είναι πλούσιο σε
βιταμίνες (λ.χ. Α, Β6, Β3, C, φυλλικό οξύ) και ιχνοστοιχεία (κάλιο, μαγνήσιο, φώσφορος, χαλκός, σελήνιο, ασβέστιο, ψευδάργυρος, μαγγάνιο κ.ά.), αλλά εκείνο που πραγματικά το κάνει να ξεχωρίζει είναι το λυκοπένιό του – η αντιοξειδωτική χρωστική ουσία που του προσδίδει το χαρακτηριστικό βαθυκόκκινο χρώμα του. Μελέτες έχουν δείξει ότι το λυκοπένιο μπορεί να ασκεί καρδιοπροστατευτική δράση, μειώνοντας μεταξύ άλλων τον κίνδυνο εγκεφαλικού, ενώ μπορεί να ελαττώνει λίγο και την αρτηριακή πίεση – μια δράση που ασκεί επίσης το κάλιο του καρπουζιού. Υπάρχουν επίσης ενδείξεις ότι το λυκοπένιο δρα προστατευτικά και έναντι του καρκίνου, αν και τα στοιχεία επ’ αυτού είναι ανεπαρκή, αναφέρει στην εφημερίδα «Νιου Γιορκ Τάιμς» η δρ Πενέλοπε Πέρκινς-Βίζιε, καθηγήτρια στο Τμήμα Επιστήμης Οπωροκηπευτικών του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Βόρειας Καρολίνας, η οποία έχει μελετήσει επισταμένα το λυκοπένιο. «Η πιο γνωστή πηγή λυκοπενίου είναι οι ντομάτες, ιδίως όταν έχουν μαγειρευτεί στον ατμό, αλλά αν θέλει κάποιος να το καταναλώσει από φρέσκια, ωμή πηγή, το καρπούζι είναι η καλύτερη επιλογή του» λέει. Ωστόσο, έχει μεγάλη σημασία τι είδους καρπούζι τρώει κανείς. Ο γενικός κανόνας είναι πως όσο πιο κόκκινο είναι το καρπούζι τόσο περισσότερο λυκοπένιο περιέχει, ενώ τα καρπούζια χωρίς κουκούτσια (άσπερμα) έχουν τα υψηλότερα επίπεδα απ’ όλες τις ποικιλίες, κατά την δρα Πέρκινς-Βίζιε. Το λυκοπένιο των καρπουζιών έχει το πρόσθετο πλεονέκτημα ότι είναι εύκολα απορροφήσιμο από τον οργανισμό. Σε μια μελέτη, επιστήμονες χώρισαν σε δύο ομάδες μικρό αριθμό εθελοντών, ζητώντας από τη μία ομάδα να καταναλώσει λυκοπένιο από ντοματοχυμό και από την άλλη να καταναλώσει λυκοπένιο από καρπούζι. Ο ντοματοχυμός είχε υποβληθεί σε θερμική επεξεργασία για να διεγερθεί η απορρόφηση του λυκοπενίου. Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι τα επίπεδα λυκοπενίου στο αίμα όλων των εθελοντών ήταν παραπλήσια. Αν και το καρπούζι δεν έχει τόσο πολλές φυτικές ίνες όσα άλλα φρούτα και λαχανικά, δεν περιέχει λίπη και έχει λίγες θερμίδες: είναι περίπου 30 ανά 100 γραμμάρια καρπού ή 45 θερμίδες ανά φλιτζάνι. Τα σάκχαρα Τι γίνεται όμως με τα σάκχαρα που περιέχει; «Πολύς κόσμος ανησυχεί ότι είναι πολύ γλυκό και επομένως δεν επιτρέπεται να το καταναλώνει όποιος έχει διαβήτη, αλλά δεν είναι ακριβώς έτσι» λέει ο κλινικός διαιτολόγος - βιολόγος Χάρης Δημοσθενόπουλος, προϊστάμενος στο Τμήμα Διατροφής του Λαϊκού Νοσοκομείου της Αθήνας. Οπως εξηγεί, τα είδη των φρούτων που θα καταναλώσει ο ασθενής με διαβήτη εξαρτώνται από το πόσο καλά ρυθμίζει το σάκχαρό του και από τις θερμίδες που επιτρέπεται να καταναλώσει. Ο γενικός κανόνας είναι πως όλα επιτρέπονται, αρκεί να είναι μέτριου μεγέθους και μέσης ωρίμασης φρούτα εποχής. Γενικά, το μήλο, το αχλάδι και το ακτινίδιο μπορεί να καταναλώνονται πιο άφοβα σε σύγκριση με την μπανάνα, το καρπούζι, το σύκο ή το σταφύλι, τα οποία πρέπει να τρώγονται πιο αραιά ή σε μικρότερες ποσότητες.
βιταμίνες (λ.χ. Α, Β6, Β3, C, φυλλικό οξύ) και ιχνοστοιχεία (κάλιο, μαγνήσιο, φώσφορος, χαλκός, σελήνιο, ασβέστιο, ψευδάργυρος, μαγγάνιο κ.ά.), αλλά εκείνο που πραγματικά το κάνει να ξεχωρίζει είναι το λυκοπένιό του – η αντιοξειδωτική χρωστική ουσία που του προσδίδει το χαρακτηριστικό βαθυκόκκινο χρώμα του. Μελέτες έχουν δείξει ότι το λυκοπένιο μπορεί να ασκεί καρδιοπροστατευτική δράση, μειώνοντας μεταξύ άλλων τον κίνδυνο εγκεφαλικού, ενώ μπορεί να ελαττώνει λίγο και την αρτηριακή πίεση – μια δράση που ασκεί επίσης το κάλιο του καρπουζιού. Υπάρχουν επίσης ενδείξεις ότι το λυκοπένιο δρα προστατευτικά και έναντι του καρκίνου, αν και τα στοιχεία επ’ αυτού είναι ανεπαρκή, αναφέρει στην εφημερίδα «Νιου Γιορκ Τάιμς» η δρ Πενέλοπε Πέρκινς-Βίζιε, καθηγήτρια στο Τμήμα Επιστήμης Οπωροκηπευτικών του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Βόρειας Καρολίνας, η οποία έχει μελετήσει επισταμένα το λυκοπένιο. «Η πιο γνωστή πηγή λυκοπενίου είναι οι ντομάτες, ιδίως όταν έχουν μαγειρευτεί στον ατμό, αλλά αν θέλει κάποιος να το καταναλώσει από φρέσκια, ωμή πηγή, το καρπούζι είναι η καλύτερη επιλογή του» λέει. Ωστόσο, έχει μεγάλη σημασία τι είδους καρπούζι τρώει κανείς. Ο γενικός κανόνας είναι πως όσο πιο κόκκινο είναι το καρπούζι τόσο περισσότερο λυκοπένιο περιέχει, ενώ τα καρπούζια χωρίς κουκούτσια (άσπερμα) έχουν τα υψηλότερα επίπεδα απ’ όλες τις ποικιλίες, κατά την δρα Πέρκινς-Βίζιε. Το λυκοπένιο των καρπουζιών έχει το πρόσθετο πλεονέκτημα ότι είναι εύκολα απορροφήσιμο από τον οργανισμό. Σε μια μελέτη, επιστήμονες χώρισαν σε δύο ομάδες μικρό αριθμό εθελοντών, ζητώντας από τη μία ομάδα να καταναλώσει λυκοπένιο από ντοματοχυμό και από την άλλη να καταναλώσει λυκοπένιο από καρπούζι. Ο ντοματοχυμός είχε υποβληθεί σε θερμική επεξεργασία για να διεγερθεί η απορρόφηση του λυκοπενίου. Οι ερευνητές ανακάλυψαν ότι τα επίπεδα λυκοπενίου στο αίμα όλων των εθελοντών ήταν παραπλήσια. Αν και το καρπούζι δεν έχει τόσο πολλές φυτικές ίνες όσα άλλα φρούτα και λαχανικά, δεν περιέχει λίπη και έχει λίγες θερμίδες: είναι περίπου 30 ανά 100 γραμμάρια καρπού ή 45 θερμίδες ανά φλιτζάνι. Τα σάκχαρα Τι γίνεται όμως με τα σάκχαρα που περιέχει; «Πολύς κόσμος ανησυχεί ότι είναι πολύ γλυκό και επομένως δεν επιτρέπεται να το καταναλώνει όποιος έχει διαβήτη, αλλά δεν είναι ακριβώς έτσι» λέει ο κλινικός διαιτολόγος - βιολόγος Χάρης Δημοσθενόπουλος, προϊστάμενος στο Τμήμα Διατροφής του Λαϊκού Νοσοκομείου της Αθήνας. Οπως εξηγεί, τα είδη των φρούτων που θα καταναλώσει ο ασθενής με διαβήτη εξαρτώνται από το πόσο καλά ρυθμίζει το σάκχαρό του και από τις θερμίδες που επιτρέπεται να καταναλώσει. Ο γενικός κανόνας είναι πως όλα επιτρέπονται, αρκεί να είναι μέτριου μεγέθους και μέσης ωρίμασης φρούτα εποχής. Γενικά, το μήλο, το αχλάδι και το ακτινίδιο μπορεί να καταναλώνονται πιο άφοβα σε σύγκριση με την μπανάνα, το καρπούζι, το σύκο ή το σταφύλι, τα οποία πρέπει να τρώγονται πιο αραιά ή σε μικρότερες ποσότητες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου